Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρξε ένας Έλληνας στην περιοχή του Πόντου στον οποίο έχει αναφερθεί ο διάσημος συγγραφέας Ιούλιος Βερν, ενώ οι ξένες εφημερίδες της εποχής συνήθιζαν να τον αποκαλούν ο “Έλληνας γίγαντας”.

Πρόκειται για τον Όμηρο Σπυρίδωνος Τιγκίτζογλου, ο οποίος γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό κοντά στην Κερασούντα, το 1868. Το ύψος του έφθανε τα 2.33 μέτρα και το βάρος του ήταν 175 κιλά. Όταν σήκωνε τα χέρια του ψηλά άγγιζε τα 3 μέτρα!

Ο ίδιος ντρεπόταν για το ύψος του και ζούσε απομονωμένος σε μια καλύβα κάτω από άθλιες συνθήκες. Η οικογένειά του, καθώς και οι συγχωριανοί του, τον αντιμετώπιζαν σαν ένα τέρας.

Η ζωή του άλλαξε, όχι απαραίτητα προς το καλύτερο, όταν τον ανακάλυψαν οι αδερφοί Σουρμελή από την Κερασούντα. Ο Τιγκίτζογλου πήγαινε από πόλη σε πόλη ως ένα αξιοπερίεργο θέαμα για το οποίο ο κόσμος έπρεπε να πληρώνει εισιτήριο για να δει από κοντά. Οι ξένες εφημερίδες της εποχής τον έκαναν πασίγνωστο και η περιοδεία του σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις  συνεχίστηκε για αρκετό καιρό. Οι στερήσεις και οι ταλαιπωρίες όμως αποδυνάμωσαν τον οργανισμό του Τιγκίτζογλου, ο οποίος πέθανε από φθίση τον Μάρτιο του 1887.

Τα νούμερα των διαστάσεων του εντυπωσιακά: η περιφέρεια του κεφαλιού του ήταν 69 εκατοστά, η κνήμη του άγγιζε τα 70 εκατοστά, το μεσαίο δάχτυλό του ήταν 16 εκ., ενώ το πάχος του σώματός του στο θώρακα ήταν 1.41 μέτρα!

Ο Ιούλιος Βερν γράφει για τον Έλληνα “γίγαντα” στο μυθιστόρημά του “Παράξενη διαθήκη”, όπου αναφέρεται στους γιγαντόμορφους ανθρώπους που έζησαν παλαιότερους αιώνες. Εικόνες του Τιγκίτζογλου δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Τhe Graphic στις 29 Μαΐου 1886 και στο Scientific American supplement στις 4 Δεκεμβρίου του ίδίου χρόνου.