Το ταχίνι είναι ένα είδος βουτύρου από σπόρους, το οποίο γίνεται από σουσάμι που συνθλίβεται σε σκόνη και καβουρδίζεται.

Περιέχει τις μοναδικές ουσίες λιγνάνες, σησαμίνη και σησαμόλη, που έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τη χοληστερόλη. Το επιστημονικό περιοδικό Nutrition Research δημοσίευσε μια μελέτη στην οποία οι συμμετέχοντες κατανάλωναν 40 γραμμάρια ταχινιού την ημέρα.

Σύμφωνα με την βάση δεδομένων USDA National Nutrient, μία μερίδα ταχίνι (2 κουταλιές της σούπας) από καβουρδισμένο σουσάμι περιέχει:

  • 178 θερμίδες
  • 16 γραμμάρια λίπους
  • 6 γραμμάρια υδατανθράκων (3 γραμμάρια ινών και 0 γραμμάρια ζάχαρη) και
  • 5 γραμμάρια πρωτεΐνης
  • Παρέχει επίσης το:
  • 30% των ημερήσιων αναγκών του ανθρώπου σε θειαμίνη
  • 24% σε μαγνήσιο
  • 22% σε φώσφορο
  • 14% σε σίδηρο και
  • 12% σε ασβέστιο

Μην σας ανησυχεί η ποσότητα λίπους στο ταχίνι, αφού μόνο 2 από τα 16 γραμμάρια είναι κορεσμένα, τα υπόλοιπα είναι μονο- και πολυ-ακόρεστα λιπαρά, τα οποία είναι γνωστό ότι είναι ευεργετικά για την καρδιά και τη γενική υγεία.

Τα 30 γραμμάρια σουσάμι περιέχουν τρεις φορές περισσότερο σίδηρο από την ίδια ποσότητα συκωτιού από βόειο κρέας. Το σουσάμι περιέχει επίσης περισσότερες φυτοστερόλες από όλους τους άλλους ξηρούς καρπούς και σπόρους, κάτι που το καθιστά πολύ ευεργετικό για την μείωση της χοληστερόλης και την καταπολέμηση/πρόληψη του καρκίνου.

Το σουσάμι παρέχει πολλά θρεπτικά συστατικά, αλλά είναι δύσκολο για το σώμα να τα απορροφήσει, λόγω του σκληρού εξωτερικό τοιχώματος (κύτος του σπόρου). Η κατανάλωση σουσαμιού σε μορφή πάστας (ταχίνι) επιτρέπει στο σώμα να απορροφήσει καλύτερα αυτά τα θρεπτικά συστατικά.

Το σουσάμι περιέχει τις μοναδικές ουσίες λιγνάνες, σησαμίνη και σησαμόλη, που έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τη χοληστερόλη, προστατεύουν τον οργανισμό από καρκίνους που σχετίζονται με τις ορμόνες και βοηθούν στην αντιμετώπιση της αρθρίτιδας.

Η υψηλή περιεκτικότητα που έχει το ταχίνι σε μαγνήσιο είναι ευεργετική για τη διατήρηση υγιών οστών. Η επαρκής πρόσληψη μαγνησίου συνδέεται με μια μεγαλύτερη πυκνότητα των οστών και με την μείωση του κινδύνου οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.